Περιγραφή του εγκλήματος
Η αξιόποινη πράξη της απιστίας τελείται όταν συντρέχουν τα ακόλουθα στοιχεία:
- διαχείριση ή επιμέλεια ξένης περιουσίας, βάσει νόμου ή δικαιοπραξίας (π.χ. ο διαχειριστής ε.π.ε., ο δικαστικός συμπαραστάτης, ο εκκαθαριστής κληρονομίας),
- πρόκληση ζημίας της ξένης περιουσίας.
Λόγω της ευρείας διατύπωσης του νόμου, η θεωρία και η νομολογία έχει περιορίσει το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 390 ΠΚ, απαιτώντας κάποια πρόσθετα στοιχεία για την τέλεση της απιστίας, δηλαδή:
- ανάληψη πρωτοβουλιών του διαχειριστή ή του έχοντος την επιμέλεια στο πλαίσιο της αντιπροσωπευτικής εξουσίας που του δόθηκε νομίμως από τον αντιπρόσωπο και μάλιστα κατά τέτοιον τρόπο ώστε τον κίνδυνο από την επιχείρηση των πράξεων να φέρει ο ίδιος ο αντιπροσωπευόμενος
- εξωτερική ενέργεια ή παράλειψη με δικαιοπρακτικό χαρακτήρα εκ μέρους του αντιπροσωπευομένου,
- κατάχρηση στον τρόπο άσκησης της αντιπροσωπευτικής εξουσίας, η οποία συντρέχει όταν ο αντιπροσωπευόμενος παραβιάζει τους κανόνες επιμελούς διαχείρισης (π.χ. λήψη από τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο α.ε. επιταγών ευκολίας από θυγατρικές εταιρίες της α.ε., τις οποίες προεξοφλούσε σε τράπεζες, προσφεύγοντας σε παράνομο δανεισμό, αφού είχαν προηγηθεί αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, ενώ λόγω των υπέρογκων ποσών των επιταγών και της αδυναμίας εξόφλησής τους, οι τράπεζες προχώρησαν σε καταγγελία των συμβάσεων ανοιχτού αλληλόχρεου λογαριασμού και έτσι αποκλείστηκε η δυνατότητα περαιτέρω χρηματοδότησης της ανώνυμης εταιρίας).
Η παραβίαση των κανόνων επιμελούς διαχείρισης πρέπει να οδηγεί αιτιακά (αιτιώδης σύνδεσμος) στη ζημία της ξένης περιουσίας.
Ο υπαίτιος της απιστίας πρέπει να προβλέπει ως αναγκαία συνέπεια της παραπάνω συμπεριφοράς του την πρόκληση ζημίας στην ξένη περιουσία και να αποδέχεται το εγκληματικό αυτό αποτέλεσμα.
Ποινική κύρωση
Η απιστία ρυθμίζεται στο άρθρο 390 ΠΚ και τιμωρείται:
- ως πλημμέλημα, επισύροντας ποινή φυλάκισης από 3 μήνες έως 5 έτη,
- ως κακούργημα, επισύροντας ποινή καθείρξεως από 5 έως 10 έτη, εφόσον η ζημία υπερβαίνει το ποσό των 30.000 Ευρώ.
Ικανοποίηση του παθόντος
Με το Ν 3904/2010 προστέθηκε στον Ποινικό Κώδικα το άρθρο 406 Α, το οποίο παρέχει ορισμένες ευεργετικές ρυθμίσεις για τον υπαίτιο της απιστίας, εφόσον προβεί αυτοβούλως στην ικανοποίηση (έστω και μερική) του παθόντα. Ειδικότερα προβλέπεται:
- η μη άσκηση ποινικής δίωξης και η αρχειοθέτηση της υπόθεσης, αν ο δράστης μέχρι την άσκηση ποινικής δίωξης ικανοποιήσει εντελώς το ζημιωθέντα, καταβάλλοντας αποδεδειγμένα ή κατά δήλωση του παθόντος ή των κληρονόμων του το κεφάλαιο και τους τόκους υπερημερίας,
- η εξάλειψη του αξιοποίνου, αν ο δράστης με δική του θέληση και πριν εξετασθεί με οποιονδήποτε τρόπο για την πράξη του από τις αρμόδιες αρχές ικανοποιήσει εντελώς το ζημιωθέντα,
- η απαλλαγή από την ποινή, αν ο δράστης μέχρι το τέλος της αποδεικτικής διαδικασίας στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο ικανοποιήσει εντελώς το ζημιωθέντα, καταβάλλοντας αποδεδειγμένα ή κατά δήλωση του παθόντος ή των κληρονόμων του το κεφάλαιο και τους τόκους υπερημερίας.
Όλες οι παραπάνω ρυθμίσεις δεν ισχύουν σε περίπτωση που η πράξη στρέφεται κατά του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού.
Προστατευόμενο έννομο αγαθό
Με την ποινικοποίηση της απιστίας επιδιώκεται η προστασία της περιουσίας ως σύνολο.