Κοινοτικό σήμα μπορεί να αποτελέσει οποιοδήποτε σημείο επιδεκτικό γραφικής παράστασης, ιδίως λέξεις, περιλαμβανομένων των ονομάτων των προσώπων, σχέδια, γράμματα, αριθμοί, το σχήμα προϊόντος ή της συσκευασίας του, υπό την προϋπόθεση ότι τα σημεία αυτά είναι ικανά, από την φύση τους, να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες άλλων επιχειρήσεων. Το σήμα επιτελεί διάφορες λειτουργίες, όπως π.χ. τη διαφοροποίηση των προϊόντων / υπηρεσιών μιας επιχείρησης με τη διάκρισή τους, λόγω του σήματος, από προϊόντα / υπηρεσίες άλλων επιχειρήσεων. Με τον τρόπο αυτό μπορεί το σήμα να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη των πελατών για την ποιότητα και ασφάλεια ενός προϊόντος / υπηρεσίας.

  1. Προστασία του σήματος – υπερεθνική κατοχύρωση

Με την κατοχύρωση ενός σήματος μπορεί αυτό να προστατευτεί για τον εκάστοτε τομέα καταχώρισης, γεγονός που οδηγεί και στην προστασία από αντιγραφές για τις υπηρεσίες / προϊόντα που αφορά. Στην εποχή μας όπου οι αγορές καταναλωτικών αγαθών έχουν μεγαλώσει και οι επιχειρήσεις επεκτείνονται διεθνώς, προσφέρονται πολλά παράμοια προϊόντα και υπηρεσίες στις ευρωπαϊκές και διεθνείς αγορές. Έτσι, η ανάγκη για διάκριση των προϊόντων / υπηρεσιών γίνεται μεγαλύτερη και σε υπερεθνικό επίπεδο. Αυτή μπορεί να ικανοποιηθεί με την κατοχύρωση ενός σήματος σε υπερθνικό επίπεδο, είτε ως κοινοτικού ή ως διεθνούς σήματος. Ακολούθως αναφέρουμε βασικές πληροφορίες σε σχέση με αυτά τα είδη σημάτων.

Α. Κοινοτικό σήμα

Εφόσον είναι επιθυμητή η κατοχύρωση ενός σήματος σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, αυτή μπορεί να επιτευχθεί μέσω του κοινοτικού σήματος.

  1. Έννοια και νομική βάση

Ο θεσμός του κοινοτικού σήματος εισήχθη αρχικώς με τον κανονισμό 40/94, ο οποίος ακολούθως κωδικοποιήθηκε με τον κανονισμό 207/2009.

Τα σήματα που καταχωρίζονται βάσει των κανονισμών αυτών για προϊόντα και υπηρεσίες, θεωρούνται κοινοτικά. Ως κοινοτικό σήμα μπορεί να κατοχυρωθεί οποιοδήποτε σημείο επιδεκτικό γραφικής παράστασης, ιδίως λέξεις, περιλαμβανομένων των ονομάτων των προσώπων, σχέδια, γράμματα, αριθμοί, το σχήμα προϊόντος ή της συσκευασίας του.

Τα κοινοτικά σήματα μπορούν να κατοχυρωθούν είτε από φυσικό είτε από νομικό πρόσωπο, περιλαμβανομένων των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.

  1. Προστασία και πεδίο ισχύος

Με τη σύννομη κατοχύρωση ενός κοινοτικού σήματος, ο δικαιούχος αποκτά αποκλειστικό δικαίωμα βάσει του άρ. 9 του κανονισμού που του επιτρέπει να απαγορεύει σε τρίτους την χρήση του ιδίου ή παρόμοιου σήματος για προϊόντα και υπηρεσίες για τα οποία το σήμα έχει καταχωριστεί.

Η τοπική προστασία εκτείνεται σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση και δεν δύναται να περιοριστεί σε ορισμένα κράτη – μέλη. Εάν η αίτηση απορριφθεί, η απόρριψη αφορά έτσι όλα τα κράτη – μέλη της Ε.Ε. οπότε το σήμα δεν μπορεί να προστατευτεί σε επίπεδο Ε.Ε.

  1. Διαδικασία κατοχύρωσης

α) αρμόδια υπηρεσία

Για την καταχώριση του κοινοτικού σήματος αρμόδια αρχή είναι το κοινοτικό γραφίο σημάτων με έδρα στο Alicante. Κατ’ επιλογή του αιτούντος, η αίτηση μπορεί να υποβληθεί απευθείας σ’ αυτήν ή εναλλακτικά στην υπηρεσία σημάτων ενός κράτους – μέλους. Στην τελευταία περίπτωση η υπηρεσία είναι υποχρεωμένη να αποστείλει την αίτηση και τα συνοδευτικά έγγραφα εντός δύο εβδομάδων στο κοινοτικό γραφείο σημάτων.

β) αίτηση

Η αίτηση για το κοινοτικό σήμα πρέπει να ανταποκρίνεται στο ελάχιστο περιεχόμενο που αναφέρεται στο άρ. 26 του κανονισού καθώς και στον εσωτερικό διοικητικό καονισμό σύμφωνα με το άρ. 162 παρ. 1 Μεταξύ άλλων, η αίτηση πρέπει να περιλαμβάνει:

  • το αίτημα
  • στοιχεία σχετικά με την ταυτότητα του αιτούντος
  • λίστα των προϊόντων / υπηρεσιών  στα οποία αφορά το σήμα (κλάσεις της Σύμβασης της Νίκαιας)
  • το ίδιο το σήμα
  • ανφορά τυχόν δικαιωμάτων προτεραιτότητας
  • ενδεχομένως όνομα και διεύθυνση εκπροσώπου

Η κατάταξη των προϊόντων και υπηρεσιών σε κλάσεις γίνεται βάσει του άρ. 1 της Σύμβασης της Νίκαιας της 15ης Ιουνίου 1957. Η κατάταξη πρέπει να υποβληθεί βάσει αυτών των κλάσεων, με αναφορά του αριθμού της εκάστοτε κλάσης. Προς διευκόλυνση το κοινοτικό γραφείο σημάτων προσφέρει μια απλοποιημένη «Euroclass-database», η οποία βοηθάει τον αιτούντα στην επιλογή των καταλλήλων κλάσεων κατά την υποβολή της αίτησης.

γ) διαδικασία εξέτασης / δημοσίευση

Μετά την εμπρόθεσμη καταβολή των τελών, το κοινοτικό γραφείο σημάτων εξετάζει καταρχήν την ύπαρξη των τυπικών προϋποθέσεων της αίτησης (υπογραφή, γλώσσα, στοιχεία επικοινωνίας του αιτούντος, αξιώσεις προτεραιότητας, δηλούμενες κλάσεις καθώς και τυχόν ύπαρξη λόγων απολύτως απαραδέκτου). Επιπλέον η ημερομηνία κατάθεσης σημειώνεται με μεγάλη σημασία για την προτεραιότητα του σήματος.

Το γραφείο σημάτων εξετάζει υπηρεσιακά για τυχόν ύπαρξη άλλων παρόμοιων ή ίδιων σημάτων και προωθεί την αίτηση στις κεντρικές υπηρεσίες σημάτων των κρατών μελών για την (ενδεχόμενη) αναζήτηση ύπαρξης τέτοιων σημάτων. Ο αιτών παραλαμβάνει ακολούθως την έκθεση έρευνας.

Εφόσον η διαδικασία έρευνας ολοκληρωθεί επιτυχώς χωρίς να διαπιστωθούν ελλείψεις ή οι τυχόν διαπιστωθείσες έχουν αρθεί, γίνεται η κατοχύρωση στο τμήμα Α του τεύχους κοινοτικών σημάτων.

δ) αντιρρήσεις – κατοχύρωση – χρόνος ισχύος

Με τη δημοσίευση στο τεύχος Α εκκινείται η τρίμηνη προθεσμία για την κατάθεση τυχόν αντιρρήσεων (άρ. 41 κανονισμού).

Εφόσον δεν κατατεθεί αντίρηση ή τυχόν κατατεθείσες απορριφθούν, ακολουθεί η καταχώριση του κοινοτικού σήματος και ενημερώνεται ο αιτών εγγράφως για την καταχώριση , για την οποία λαμβάνει σχετικό έγγραφο.

Κατά το άρ. 46 του κανονισμού ο χρόνος καταχύρωσης είναι 10 έτη από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, ενώ επιτρέπεται να ανανεώνεται για 10 χρόνια κάθε φορά.

Β. Διεθνές σήμα

Εφόσον ο ενδιαφερόμενος στοχεύει σε διεθνή προστασία, μπορεί να την επιτύχη μέσω της κατοχύρωσης διεθνούς σήματος.

  1. Νομική βάση

Η κατάθεση διεθνών σημάτων γίνεται σύμφωνα με τη Σύμβαση της Μαδρίτης του 1981 σχετικά με την διεθνή καταχώριση σημάτων καθώς και με το Πρωτόκολλο της Μαδρίσης του έτους 1989. Βάσει αυτών γίνεται καταχώριση του σήματος σε διεθνή βάση δεδομένων που ελέγχεται από την WIPO.

Στις ανωτέρω διεθνείς συμβάσεις έχουν προσχωρήσει περισσότερες από 80 χώρες, όπως π.χ. τα περισσότερα κράτη μέλη της Ε.Ε., οι ΗΠΑ, η Αυστραλία, η Ιαπωνία, η Ρωσία, η Κίνα κ.ά. Από το έτος 2004, η Ευρωπαϊκή Ένωση συμμετέχει ως υπερεθνικός θεσμός , οπότε μπορεί να καταχωριστεί ως διεθνές και ένα ήδη υφιστάμενο κοινοτικό σήμα.

  1. Διαδικασία καταχώρισης

Αντίθετα προς την κατοχύρωση κοινοτικού σήματος, είναι απαραίτητη για την κατοχύρωση ενός διεθνούς σήματος η κατάθεση του σήματος στην τοπικά αρμόδια υπηρεσία του κράτος προέλευσης.  Το σήμα που κατατίθεται μ’ αυτόν τον τρόπο στο αντίστοιχο κράτος αποτελεί τη βάση για την περαιτέρω διαδικασία κατάθεσής του ως διεθνούς. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ένα κατοχυρωμένο κοινοτικό σήμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βάση για την καταχώρισή του και ως διεθνούς.

Η κατάθεση ενός διεθνούς σήματος γίνεται μέσω του εθνικού γραφείου σημάτων της έδρας του δικαιούχου , ενώ γίνεται και δήλωση των χωρών για τις οποίες θα εκτείνεται η προστασία του. Εφόσον το σήμα «βάσης» είναι το κοινοτικό, η αίτηση γίνεται μέσω του κοινοτικού γραφείου σημάτων.

Η αίτηση προωθείται από το εκάστοτε εθνικό γραφείο σημάτων προς την WIPO στη Γενεύη, η οποία διαχειρίζεται την περαιτέρω διαδικασία κατοχύρωσης και φροντίζει για τη δημοσίευση στην αντίστοιχη εφημερίδα σημάτων και ενημερώνει τα αντίστοιχα γραφεία σημάτων για τα οποία έχει δηλωθεί η κατοχύρωση από τον αιτούντα. Αυτά ακολούθως εξετάζουν την τυχόν ύπαρξη κωλυμάτων καταχώρισης βάσει των εθνικών διατάξεων καθώς και εάν μπορεί το σήμα να προστατευτεί στην αντίστοιχη χώρα. Εφόσον το διεθνές σήμα πληροί τις προϋποθέσεις κατοχύρωσης, η WIPO  διενεργεί την καταχώρισή του στο διεθνές μητρώο, ενώ τα εθνικά γραφεία σημάτων έχουν περιθώριο 12 έως 18 μηνών (κατά περίπτωση) να απαγορεύσουν την κατοχύρωση στην χώρα τους.

  1. Τοπική έκταση και διάρκεια προστασίας

Εφόσον δεν υπάρχουν νομικά κωλύματα, το διεθνές σήμα προστατεύεται με τον ίδιο τρόπο που προστατεύεται και το εθνικό σήμα στις αντίστοιχες δηλωθείσες χώρες. Αυτό σημαίνει παράλληλα ότι οι εθνικές διατάξεις της εκάστοτε χώρας θα πρέπει να λαμβάνονται σχετικά υπ’ όψιν.

Επιπλέον η κατάθεση του διεθνούς σήματος για διάστημα 5 ετών εξαρτάται από την κατάθεση του σήματος βάσης στην εκάστοτε χώρα και έτσι χάνει την προστασία του το πρώτο εφόσον το σήμα βάσης απωλέσει και αυτό την προστασία του.

Η διάρκεια προστασίας ανέρχεται σε 20 χρόνια σύμφωνα με τη Σύμβαση της Μαδρίτης και 10 χρόνια με βάση το Πρωτόκολλο της Μαδρίτης και μπορεί να ανανέωνεται για αντίστοιχη διάρκεια.

  1. Πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα του κοινοτικού και του διεθνούς σήματος

Η επιλογή μεταξύ του κοινοτικού και του διεθνούς σήματος θα πρέπει να εξετάζονται κατά περίπτωση βάσει των συμφερόντων καθώς και βάσει του κόστους και του χρόνου κατοχύρωσης.

Το διεθνές σήμα προσφέρει, σε σχέση προς το κοινοτικό σήμα, προστασία σε πολλές περισσότερες χώρες, για τις οποίες δηλώνεται. Εφόσον απορριφθεί η αίτηση προστασίας σε μία χώρα, η δήλωση σε άλλες χώρες παραμένει ανεπηρέαστη. Θα πρέπει ωστόσο να λαμβάνονται υπ’ όψιν οι ιδιαιτερότητες της κάθε χώρας, πράγμα που συνήθως σημαίνει έρευνα περί ύπαρξης παρόμοιου σήματος, με τη βοήθεια κάποιου εξειδικευμένου δικηγόρου στην αντίστοιχη χώρα.

Βασικό πλεονέκτημα του κοινοτικού σήματος είναι από την άλλη μεριά ότι η διαδικασία κατοχύρωσής του είναι ενιαία σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χωρίς να απαιτείται χωριστή διαδικασία για κάθε χώρα. Εφόσον όμως υφίσταται κώλυμα σε μία χώρα, το σήμα δεν μπορεί να κατοχυρωθεί ως κοινοτικό.

Επιπλέον, πλεονέκτημα του κοινοτικού σήματος είναι ότι η χρήση του σε μια χώρα προσδίδει δικαιώματα στον δικαιούχο ως προς όλες τις χώρες. Επομένως, η ένσταση της μη χρήσης του σε συγκεκριμένες χώρες δεν μπορεί να οδηγήσει στη διαγραφή του.