Η διεκδίκηση απαιτήσεων ελληνικών επιχειρήσεων κατά οφειλετών τους στο εξωτερικό ήταν μέχρι πρότινος δυσχερής και επέφερε σημαντικά έξοδα και χρονική δαπάνη. Πλέον υπό το καθεστώς του ευρωπαϊκού κανονισμού 1896/2006 είναι δυνατή η ταχεία και οικονομικότερη διεκδίκηση απαιτήσεων κατά οφειλετών που έχουν τη μόνιμη κατοικία τους σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, εφόσον ο οφειλέτης δεν αμφισβητεί την ύπαρξη της αξίωσης, γεγονός που συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις εμπορικών, ιδίως, χρεών. Η ευρωπαϊκή διαταγή πληρωμής που εκδίδεται σε ένα κράτος μέλος (π.χ. Ελλάδα) είναι άμεσα εκτελεστή σε άλλα κράτη μέλη χωρίς την τήρηση οποιασδήποτε διαδικασίας.

  1. Πεδίο εφαρμογής της διαδικασίας ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής:

Ο κανονισμός 1896/2006 είναι εφαρμοστέος σε διασυνοριακές διαφορές σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις. Ως διασυνοριακή θεωρείται η υπόθεση όταν ένας τουλάχιστον από τους διαδίκους έχει την κατοικά ή τη συνήθη διαμονή του σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος του επιληφθέντος δικαστηρίου. Κρίσιμος χρόνο για τον καθορισμό του εάν πρόκειται για διασυνοριακή υπόθεση είναι ο χρόνος υποβολής της αίτησης στο δικαστήριο.

Ο κανονισμός αυτός δεν καλύπτει φορολογικές, τελωνειακές ή διοικητικές υποθέσεις ή την ευθύνη κράτους για πράξεις ή παραλείψεις κατά την άσκηση της κρατικής εξουσίας. Ο κανονισμός δεν τυγχάνει επίσης εφαρμοστέος:

  • στις περιουσιακές διαφορές από γαμικές σχέσεις, στις διαθήκης και στην κληρονομική διαδοχή
  • στις πτωχεύσεις, στις διαδικασίες που αφορούν την εκκαθάριση αφερέγγυων εταιριών ή άλλων νομικών προσώπων, στους πτωχευτικούς συμβιβασμούς, στις πράξεις συμβιβασμών και άλλες ανάλογες διαδικασίες
  • στην κοινωνική ασφάλιση
  • στις αξιώσεις που απορρέουν από εξωσυμβατικές ενοχές, εκτός εάν αποτελούν αντικείμενο συμφωνίας μεταξύ των μερών ή υπάρχει αναγνώριση της οφειλής, ή συνδέονται με εκκαθαρισμένες οφειλές που προκύπτουν από συγκυριότητα
  1. Διεξαγωγή της διαδικασίας ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής

Για τους κανόνες δικαιοδοσίας εφαρμόζονται καταρχήν οι σχετικές διατάξεις του ευρωπαϊκού δικαίου, κυρίως του κανονισμού 1215/2012 (σε ισχύ από 10.1.2015).

α. Υποβολή αίτησης

Η αίτηση έκδοσης ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής υποβάλλεται μετά τη συμπλήρωση του αντιστοίχου εντύπου που παρέχεται σε παράρτημα του κανονισμού (έντυπο Α) στο αρμόδιο δικαστήριο. Κατά το άρ. 7 του κανονισμού 1896/2006 θα πρέπει να περιέχει τα εξής:

  • ονόματα και τις διευθύνσεις των διαδίκων και, κατά περίπτωση, των αντιπροσώπων τους, καθώς και τα στοιχεία του δικαστηρίου στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση
  • το ποσό της αξίωσης, συμπεριλαμβανομένου του κεφαλαίου και, κατά περίπτωση, των τόκων και των συμβατικών κυρώσεων και εξόδων
  • εάν ζητούνται τόκοι επί της αξίωσης, το επιτόκιο και τη χρονική περίοδο για την οποία ζητούνται τόκοι, εκτός εάν προστίθενται στο κεφάλαιο νόμιμοι τόκοι αυτοδίκαια σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους προέλευσης
  • την αιτία της διαφοράς, συμπεριλαμβανομένης της περιγραφής των πραγματικών περιστατικών στα οποία θεμελιώνεται η αξίωση και, ενδεχομένως, των αιτούμενων τόκων
  • την περιγραφή των αποδεικτικών στοιχείων που υποστηρίζουν την αξίωση
  • τα στοιχεία στα οποία θεμελιώνεται η δικαστική αρμοδιότητα
  • τον διασυνοριακό χαρακτήρα της υπόθεσης, κατά την έννοια του άρθρου 3

Το δικαστήριο στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση ελέγχει την πληρότητα των στοιχείων της και εξετάζει κατά πόσο πιθανολογείται η βασιμότητα της αξίωσης, ήτοι ότι αυτή δεν είναι προδήλως αβάσιμη ή απαράδεκτη. Το δικαστήριο στην τελευταία περίπτωση παρέχει στον αιτούντα τη δυνατότητα να συμπληρώσει ή διορθώσει την αίτηση, τάσσοντας προθεσμία που θεωρεί το δικαστήριο κατάλληλη υπό τις περιστάσεις.

β. Έκδοση της ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής

Εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που προβλέπει ο κανονισμός, εκδίδει το δικαστήριο την ευρωπαϊκή διαταγή πληρωμής εντός 30 ημερών μετά την κατάθεση της αίτησης, η οποία επιδίδεται στον αιτούνται. Τυχόν χρόνος που δόθηκε στον αιτούντα για συμπλήρωση ή διόρθωση της αίτησής του, δεν συνυπολογίζονται στον χρόνο αυτόν των 30 ημερών. Ο οφειλέτης ενημερώνεται επίσης για τη δυνατότητα να μην πληρώσει την αξίωση και να αντιταχθεί σ’ αυτήν υποβάλλοντας αντιρρήσεις.

γ. Αντιρρήσεις

Ο οφειλέτης δύναται σύμφωνα με το άρ. 16 του κανονισμού 1896/2006 να υποβάλει αντιρρήσεις κατά της ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής εντός 30 ημερών από την επίδοσή της σ’ αυτόν. Εφόσον ασκηθούν αντιρρήσεις, η υπόθεση μπορεί να συνεχιστεί μόνο με τη διαδικασία που προβλέπουν οι συνήθεις κανόνες πολιτικής δικονομίας ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου στο οποίο ανοίχθηκε η διαδικασία, εκτός και αν ο αιτών ζήτησε τον τερματισμό της διαδικασίας.

δ. Αναγκαστική εκτέλεση

Εφόσον δεν ασκηθούν αντιρρήσεις κατά της ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής, το δικαστήριο κηρύσσει αυτήν αμέσως εκτελεστή και παραδίδει στον αιτούντα το απόγραφο της ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής προς διενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης. Αυτό αναγνωρίζεται και εκτελείται σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ χωρίς διαδικασία αναγνώρισης.

Θα πρέπει να προσεχθεί ωστόσο ότι σε συγκεκριμένες ρητά κατονομαζόμενες περιπτώσεις (άρ. 20, 22, 23 καν. 1896/2006) μπορεί να απαιτηθεί επανεξέταση της υπόθεσης ή να γίνει άρνηση της διενέργειας εκτέλεσης. Κατά τα λοιπά, η αναγκαστική εκτέλεση διενεργείται, με βάση την ευρωπαϊκή διαταγή πληρωμής, όπως και με μια υπόθεση που θα είχε εκδοθεί στο κράτος μέλος της εκτέλεσης (άρ. 21 κανονισμού).

  1. Έξοδα της διαδικασίας ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής

Τα συνδυαζόμενα δικαστικά έξοδα της διαδικασίας για την ευρωπαϊκή διαταγή πληρωμής και της τακτικής διαδικασίας που ακολουθεί σε περίπτωση υποβολή δήλωσης αντιρρήσεων κατά της ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής σε κράτος μέλος δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τα δικαστικά έξοδα τακτικής διαδικασίας χωρίς προηγούμενη διαδικασία ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής στο εν λόγω κράτος μέλος.