Απαιτήσεις μπορεί να προκύψουν από πολλές νομικές αιτίες, συνήθως αφορούν σε εκπλήρωση συμβατικών υποχρεώσεων όπως π.χ. από συμβάσεις αγοραπωλησίας. Στο εμπόριο προϊόντων και εμπορευμάτων οι απαιτήσεις διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στους ισολογισμούς των επιχειρήσεων. Μπορούν επίσης να ασφαλιστούν με ασφάλιση πιστώσεων. Συνήθως η εκπλήρωση των απαιτήσεων γίνεται με πληρωμή ή με ρευστοποίηση της απαίτησης. Συνήθως προκύπτουν προβλήματα όταν π.χ. ο οφειλέτης βρίσκεται σε υπερημερία ή σε αδυναμία πληρωμής. Επιπλέον υπάρχουν περιπτώσεις μη πληρωμής λόγω ύπαρξης ελαττωμάτων, εσφαλμένης παράδοσης προϊόντων ή άλλων προβλημάτων στις εμπορικές σχέσεις. Στις περιπτώσεις αυτές πρέπει οι απαιτήσεις να διεκδικούνται. Αυτό συμβαίνει π.χ. μέσω εξωδικαστικής διαδικασίας, κατά την οποία ο οφειλέτης καλείται να αποπληρώσει την οφειλή εντός ορισμένου χρονικού διαστήματος αλλιώς ο δανειστής επιφυλάσσεται του δικαιώματος να προβεί σε δικαστικές ενέργειες. Εάν η προθεσμία πράγματι παρέλθει άπρακτη, τότε ο δανειστής θα πρέπει να προχωρήσει δικαστικά. Αυτό μπορεί να γίνει μέσω διαδικασίας διαταγής πληρωμής ή ή και με αγωγή. Εάν ξεκινήσει η διαδικασία διαταγής πληρωμής, ο οφειλέτης έχει ο οφειλέτης δικαίωμα εναντίωσης, το οποίο εάν το ασκήσει, τότε η διαδικασία συνεχίζεται με διαδικασία κατ’ αντιδικία. Εάν δεν αμφισβητηθεί η διαταγή πληρωμής, τότε ο δανειστής μπορεί να προχωρήσει σε εκτέλεση. Στην περίπτωση της διεκδίκησης της απαίτησης μέσω αγωγής, τότε στο πέρας της διαδικασίας εκδίδεται δικαστική απόφαση, η οποία μπορεί να διεκδικηθεί.
Η απαίτηση για την οποία υπάρχει δικαστικός τίτλος , μπορεί να διεκδικηθεί περαιτέρω μέσω της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Αντικείμενο αυτής της διαδικασίας είναι η είσπραξη της απαίτησης με τα μέσα που προβλέπει ο νόμος. Ο δικαστικός επιμελητής συνήθως ερευνά για την ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων στο όνομα του οφειλέτη, ενώ μπορεί να ακολουθήσει κατάσχεση και πλειστηριασμός των περιουσιακών του στοιχείων – κινητών και ακινήτων ή των τραπεζικών του λογαριασμών.