Το ελληνικό δίκαιο ελεύθερου ανταγωνισμού ρυθμίζεται πρωτίστως από τις διατάξεις του ν. 3959/2011, ο οποίος αντικατέστησε τον παλιότερο νόμο 703/1977, που συνάδει ως προς τις ρυθμίσεις του με τις διατάξεις της συνθήκης των ευρωπαϊκών κοινοτήτων. Οι βασικές περιπτώσεις που ρυθμίζει ο νόμος μπορούν να απαριθμηθούν στις συμπράξεις, στην καταχρηστική εκμετάλλευσης δεσπόζουσας θέσης καθώς και στη συγκέντρωση επιχειρήσεων.

Απαγορευμένες συμπράξεις

Σύμφωνα με τον ν. 3959/2011, απαγορεύονται όλες οι συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων, οι αποφάσεις ενώσεων επιχειρήσεων και οποιαδήποτε εναρμονισμένη πρακτική επιχειρήσεων, που έχουν ως αντικείμενο ή αποτέλεσμα την παρακώλυση, περιορισμό ή νόθευση του ανταγωνισμού. Ως τέτοιες περιπτώσεις αναφέρονται ιδίως

  1. ο άμεσος ή έμμεσος καθορισμός των τιμών αγοράς ή πώλησης ή άλλων όρων συναλλαγής,
  2. ο περιορισμός ή ο έλεγχος της παραγωγής, της διάθεσης, της τεχνολογικής ανάπτυξης ή των επενδύσεων
  3. η κατανομή των αγορών ή των πηγών εφοδιασμού
  4. η εφαρμογή άνισων όρων στο εμπόριο για ισοδύναμες παροχές, κυρίως μέσω της αδικαιολόγητης άρνησης πώλησης, αγοράς ή άλλης συναλλαγής
  5. η εξάρτηση σύναψης συμβάσεων με την αποδοχή από τους συμβαλλομένους πρόσθετων παροχών, οι οποίες δεν συνδέονται με το αντικείμενο των συμβάσεων αυτών σύμφωνα με την φύση τους ή τις εμπορικές συνήθειες.

Πράξεις ωστόσο που υπάγονται στις ανωτέρω περιπτώσεις, μπορούν να θεωρηθούν ολικά ή μερικά ισχυρές, εφόσον

  1. συμβάλλουν, με την εύλογη συμμετοχή των καταναλωτών, στη βελτίωση της παραγωγής ή της διανομής των προϊόντων ή στην προώθηση της τεχνικής ή οικονομικής προόδου,
  2. δεν επιβάλλουν στις επιχειρήσεις περιορισμούς πέραν των απολύτως αναγκαίων για την πραγματοποίηση των σκοπών αυτών, και
  3. δεν παρέχουν στις επιχειρήσεις αυτές τη δυνατότητα καταργήσεως του ανταγωνισμού σε σημαντικό τμήμα της αγοράς.

Καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης

Δεύτερη περίπτωση που απαγορεύει ο ν. 3959/2011 είναι η καταχρηστική εκμετάλλευσης της δεσπόζουσας θέσης που κατέχει μία επιχείρηση. Η καταχρηστική εκμετάλλευση μπορεί να συνίσταται κυρίως

  1. στον άμεσο ή έμμεσο εξαναγκασμό προς καθορισμό είτε των τιμών αγοράς ή πώλησης είτε άλλων μη ευλόγων όρων συναλλαγής,
  2. στον περιορισμό της παραγωγής, της κατανάλωσης ή της τεχνολογικής ανάπτυξης προς ζημία των καταναλωτών,
  3. στην εφαρμογή άνισων όρων για ισοδύναμες παροχές, ιδίως στην αδικαιολόγητη άρνηση πωλήσεων, αγορών ή άλλων συναλλαγών, κατά τρόπο ώστε κάποιες επιχειρήσεις να τίθενται σε μειονεκτική θέση στον ανταγωνισμό
  4. στην εξάρτηση της σύναψης συμβάσεων από την αποδοχή προσθέτων παροχών από τους συμβαλλομένους ή από τη σύναψη προσθέτων συμβάσεων οι οποίες, κατά τη φύση τους ή σύμφωνα με τις εμπορικές συνήθειες, δε συνδέονται με το αντικείμενο των συμβάσεων αυτών.

Συγκέντρωση επιχειρήσεων

Αν και η έννοια της σύμπραξης και της συγκέντρωσης επιχειρήσεων στην πράξη μπορεί να εμπλέκονται σε ορισμένες περιπτώσεις, ο νόμος ξεχωρίζει σαφώς τις δύο έννοιες, θεωρώντας ότι η συγκέντρωση επιχειρήσεων δεν θεωρείται απαγορευμένη, εκτός και αν συντρέχουν κάποιες συγκεκριμένες προϋποθέσεις.

Συγκέντρωση βάσει του ν. 3959/2011 πραγματοποιείται

  1. όταν συγχωνεύονται με οποιοδήποτε τρόπο δύο ή περισσότερες προηγουμένως ανεξάρτητες επιχειρήσεις,
  2. όταν ένα ή περισσότερα πρόσωπα που ελέγχουν ήδη μία τουλάχιστον επιχείρηση ή περισσότερες επιχειρήσεις αποκτούν, άμεσα ή έμμεσα, τον έλεγχο του συνόλου ή τμημάτων μιας ή περισσοτέρων άλλων επιχειρήσεων.

Ο νόμος 3959/2011 επιβάλλει την προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης επιχειρήσεων, και ειδικότερα κάθε συγκέντρωση επιχειρήσεων πρέπει να γνωστοποιείται στην επιτροπή ανταγωνισμού εντός 30 ημερών ημερών από τη σύναψη της συμφωνίας ή τη δημοσίευση της προσφοράς ή ανταλλαγής ή την απόκτηση συμμετοχής, που εξασφαλίζει τον έλεγχο της επιχείρησης, όταν ο συνολικός κύκλος εργασιών όλων των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στη συγκέντρωση ανέρχεται στην παγκόσμια αγορά τουλάχιστον σε 150.000.000 € και δύο τουλάχιστον από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις πραγματοποιούν, η κάθε μία χωριστά, συνολικό κύκλο εργασιών άνω των 15.000.000 € στην ελληνική αγορά.

Σ’ ότι αφορά τις περιπτώσεις γνωστοποίησης, το «μερίδιο αγοράς» αντιστοιχεί στο άθροισμα όλων των μεριδίων αγοράς που κατέχουν οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις στην εθνική αγορά ή στο τμήμα αυτής που αφορά η συγκέντρωση. Ο «συνολικός κύκλος εργασιών» περιλαμβάνει τα ποσά που απορρέουν από την πώληση προϊόντων και την παροχή υπηρεσιών από τις εν λόγω επιχειρήσεις, κατά περίπτωση στην εθνική ή παγκόσμια αγορά, κατά τη διάρκεια της τελευταίας οικονομικής χρήσης και αντιστοιχούν στις συνήθεις δραστηριότητές τους, αφού αφαιρεθούν οι εκπτώσεις επί των πωλήσεων, καθώς και ο φόρος προστιθέμενης αξίας και άλλοι φόροι που συνδέονται άμεσα με τον κύκλο εργασιών.

Η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει την αρμοδιότητα να κρίνει μία συγκέντρωση επιχειρήσεων εμπίπτει στις απαγορευτικές διατάξεις του νόμου, οπότε στην περίπτωση αυτή την απαγορεύει υπό την απειλή υψηλών προστίμων. Αν κρίνει ότι δεν προκαλεί σοβαρές αμφιβολίες ως προς τη δυνατότητά της να περιορίσει σημαντικά τον ανταγωνισμό στις επιμέρους αγορές που αφορά, τότε εκδίδει απόφαση βάσει της οποίας την επιτρέπει.